Πρόληψη

Η κάθε γυναίκα ανάλογα με τον τρόπο ζωής της, τις διατροφικές της συνήθειες και το ατομικό και κληρονομικό της ιστορικό, εμφανίζει διαφορετικό κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού. Καμία παρέμβαση (αλλαγή τρόπου ζωής, διατροφικές συνήθεις, τακτικός προληπτικός έλεγχος), δεν είναι ικανή να αποτρέψει την ανάπτυξη καρκίνου του μαστού. Ωστόσο, ανάλογα με τους παράγοντες κινδύνου που έχει η κάθε γυναίκα, υπάρχουν συγκεκριμένες επιλογές που μπορεί να γίνουν ικανές να μειώσουν σημαντικά τον κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου.

Διατροφή και τρόπος ζωής. Η ενσωμάτωση της τακτικής σωματικής άσκησης ως τρόπο ζωής καθώς και η υιοθέτηση ενός ισορροπημένου διαιτολογίου συστήνεται σε όλες τις γυναίκες καθώς μπορούν να βοηθήσουν στην πρόληψη πολλών καταστάσεων, όπως καρδιαγγειακές παθήσεις, διαβήτη και πολλές μορφές καρκίνου. Πλήθος μελετών έχουν επικεντρωθεί στην εξακρίβωση της πιθανής σύνδεσης μεταξύ καρκίνου του μαστού και διατροφής. Παρόλο που δεν έχουν καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα, έχουν ωστόσο καταδείξει τα οφέλη για τις γυναίκες που διατηρούν ένα υγιές βάρος, που ασκούνται συχνά και που λαμβάνουν ελάχιστα κορεσμένα και αλκοόλ. Έχει επίσης διατυπωθεί η άποψη πως η γυμναστική μειώνει κατά το 1/3 τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του και μαστού και μάλιστα στην ηλικία της εμμηνόπαυσης, όπου το αυξημένο σωματικό βάρος ενισχύει ακόμη περισσότερο τον κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου.

Θηλασμός. Μελέτες έχουν δείξει πως οι γυναίκες που έχουν θηλάσει, στατιστικά εμφανίζουν λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν καρκίνο του μαστού συγκριτικά με όσες δεν έχουν θηλάσει. Αν και δεν έχει εξακριβωθεί ο προστατευτικός μηχανισμός του θηλασμού έναντι του καρκίνου του μαστού, εικάζεται πως αυτό συμβαίνει διότι κατά τη διάρκεια του θηλασμού οι γυναίκες δεν κάνουν ωορρηξίες τακτικά κι έτσι τα επίπεδα των οιστρογόνων παραμένουν χαμηλά.

Αυτοεξέταση. Παρόλο που η αυτοεξέταση του στήθους δεν έχει συμβάλλει στη μείωση των θανάτων από τη νόσο, ωστόσο συστήνεται στις γυναίκες να εξοικειώνονται με την εικόνα και την υφή των μαστών τους, ώστε να εντοπίζουν και τις ελάχιστες αλλαγές που τυχόν σημειώνονται σε αυτό και να τις αναφέρουν στον ιατρό τους έγκαιρα .

Απεικονιστικές προληπτικές εξετάσεις

Μαστογραφία. Θεωρείται το καλύτερο «εργαλείο» που έχουν στη διάθεσή τους οι ιατροί για τη διάγνωση υγιών γυναικών για καρκίνο μαστού, ενώ η απεικονιστική αυτή εξέταση έχει αποδεδειγμένα βοηθήσει στη μείωση των θανάτων εξαιτίας της νόσου.

Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της Αμερικάνικης Εταιρίας για τον Καρκίνο (ACS), οδηγίες που ακολουθούνται και στη χώρα μας, η μαστογραφία πρέπει να γίνεται μία φορά τον χρόνο ξεκινώντας από την ηλικία των 40 ετών.

Ωστόσο, κάθε γυναίκα θα πρέπει να συμβουλεύεται τον ιατρό της σχετικά με την έναρξη του χρόνου της μαστογραφίας καθώς αυτή ποικίλει ανάλογα με τους παράγοντες κινδύνου που εμφανίζει για καρκίνο μαστού. Οι γυναίκες για παράδειγμα με αυξημένους παράγοντες κινδύνου ανάπτυξης της νόσου θα πρέπει να προγραμματίσουν την πρώτη τους μαστογραφία νωρίτερα από την ηλικία των 40 ετών.

Υπέρηχος & Μαγνητική Μαστογραφία. Η εξέταση του στήθους με υπερηχογράφημα και μαγνητική μαστογραφία (MRI), συμβάλλουν στην αξιολόγηση των γυναικών με αυξημένους παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη καρκίνου του μαστού. Σύμφωνα με την Αμερικάνικη Εταιρία για τον Καρκίνο, οι γυναίκες με υψηλό κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού, όπως για παράδειγμα οι γυναίκες με μετάλλαξη των γονιδίων BRCA ή με οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του μαστού στο άμεσο περιβάλλον τους, θα πρέπει να προχωρούν τόσο σε τακτικό έλεγχο με υπέρηχους όσο και με μαγνητική μαστογραφία (όχι απαραίτητα την ίδια χρονική περίοδο). Επιπλέον, ο υπέρηχος και η μαγνητική μαστογραφία θα πρέπει να έπονται σε γυναίκες με «ύποπτες» ενδείξεις κατά την ψηφιακή μαστογραφία ή την κλινική εξέταση.

Για γυναίκες με αυξημένους παράγοντες κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου μαστού

  • Οι γυναίκες στις οποίες έχουν διαπιστωθεί μεταλλάξεις των BRCA1 και BRCA2, θα πρέπει να συζητήσουν με τον ιατρό τους όλες τις δυνατότητες που τους παρέχονται για τη μείωση της ανάπτυξης του καρκίνου μαστού. Μία από αυτές, αφορά στην προληπτική μαστεκτομή, στην προληπτική δηλαδή αφαίρεση των μαστών, η οποία φαίνεται πως μειώνει τον κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου κατά 95%. Οι γυναίκες αυτές ίσως να πρέπει να προχωρήσουν και στην προφυλακτική αφαίρεση των σαλπίγγων και των ωοθηκών, που επίσης μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου των ωοθηκών και του μαστού.
  • Οι γυναίκες που εμφανίζουν υψηλότερο του μέσου όρου, κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού μπορούν να επιλέξουν τη χημειοπροφύλαξη (λήψη φαρμάκων που μειώνουν τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού), ως μέσο μείωσης του κινδύνου για ανάπτυξη της νόσου. Δύο δραστικές ουσίες, η ταμοξιφαίνη και η ραλοξιφαίνη έχουν εγκριθεί και χρησιμοποιούνται για τη μείωση του κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου του μαστού. Τα φάρμακα αυτά αναφέρονται ως εκλεκτικοί τροποποιητές των οιστρογονικών υποδοχέων, SERMs. Η ταμοξιφαίνη έχει εγκριθεί να λαμβάνεται τόσο από τις προεμμηνοπαυσιακές όσο και από τις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με υψηλό κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού, ενώ η ραλοξιφαίνη έχει εγκριθεί για να λαμβάνεται μόνο από τις γυναίκες υψηλού κινδύνου για καρκίνο μαστού, μετά την εμμηνόπαυση. Μεταξύ των δραστικών ουσιών που εξετάζονται για την προφυλακτική τους δράση ενάντια στον καρκίνο του μαστού, είναι οι αναστολείς της αρωματάσης και οι στατίνες. Σημαντικό όφελος της χημειοπροφύλαξης (ορμονοθεραπείας) είναι η βελτίωση της πρόγνωσης (αύξηση του ελεύθερου νόσου διάστημα καθώς και αύξηση της συνολικής επβίωσης).